oat bread - translation to ελληνικό
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

oat bread - translation to ελληνικό

SPECIES OF PLANT
Naked Oat; Avena sativa var. nuda; Hull less oat; Naked oat; Sand oat; Hulless Oat; Hullless Oat; Hull-less Oat; Hull-less oat; Hullless oat; Hulless oat

oat bread      
ψωμί με βρώμη
whole wheat bread         
  • Whole wheat bread served with butter and eggs
BREAD CONTAINING FLOUR THAT IS MILLED FROM WHEAT GRAINS
Whole-wheat bread; Wholewheat bread; Wholemeal bread; Whole Wheat Bread; Whole grain bread
ψωμί ολικής
garlic bread         
  • Garlic bread variation topped with mozzarella cheese
BREAD TOPPED WITH GARLIC AND OLIVE OIL OR BUTTER
Pan golçat; Garlic Bread
σκορδόψωμο

Ορισμός

oat
¦ noun a cereal plant with a loose branched cluster of florets, cultivated in cool climates. [Avena sativa and related species.]
Phrases
feel one's oats N. Amer. informal feel lively and energetic.
get one's oats Brit. informal have sex.
sow one's wild oats go through a period of wild or promiscuous behaviour while young.
Derivatives
oaten adjective (archaic).
oaty adjective
Origin
OE ate, plural atan, of unknown origin.

Βικιπαίδεια

Avena nuda

Avena nuda (hulless oat, naked oat) is a species of grass with edible seeds in the oat genus Avena.

When threshed, the hull separates quite readily from the grain.